Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Οι ιερείς που λειτούργησαν συστηματικά στη Μιδέα (Γκέρμπεσι) Αργολίδας

Ι Ε Ρ Ε Ι Σ,
που ιερούργησαν συστηματικά στη Μιδέα (Γκέρμπεσι)

Στην παρούσα ανάρτηση θα ερευνήσουμε τη σειρά των ιερέων, που υπηρέτησαν συστηματικά και με κάποια διάρκεια στο χωριό είτε ως εφημέριοι, διορισμένοι, δηλαδή από την Επισκοπή Αργολίδας για να εκτελούν λειτουργικά καθήκοντα στον ενοριακό ναό του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου Μιδέας είτε ως ιερείς διορισμένοι σε γειτονικά χωριά και που με εντολή της Επισκοπής εξυπηρετούσαν και το χωριό, όταν αυτό δεν είχε δικό του εφημέριο.

Παπά Γεώργιος Μιεκριζής

Στον κατάλογο των εθνικών αγωνιστών που τηρείται την εθνική βιβλιοθήκη φέρεται καταχωρημένος με αριθμό μητρώου 8012 (Φ.163) ο αγωνιστής του απελευθερωτικού αγώνα του 1821 Δημήτριος Γεωργίου Παπαγεωργόπουλος από το Γκέρμπεσι του Δήμου Μηδείας. Έτσι ονομαζόταν από τη σύστασή του το 1834 μέχρι το 1871 ο Δήμος Μιδέας[1].  Ο Δημήτριος Γ. Παπαγεωργόπουλος υπέβαλε «προς την επιτροπή επί των αμοιβών των αγωνιστών της πατρίδος» τις από 16-5-1846 και 18 Ιουνίου 1865 αιτήσεις του με τις οποίες ζητούσε να του δοθεί «ό,τι δίκαιο του αναλογούσε», δηλαδή να αναγνωρισθεί αγωνιστής της πατρίδας κατά τον πόλεμο του 1821 εναντίον των Τούρκων. Την αίτηση συνόδευε α) με το από 8-5-1846 πιστοποιητικό, με το οποίο οι Γ. Λύκος και Καν. Δεληγιάννης βεβαίωναν ότι «ο Δημήτριος Παπαγεωργόπουλος αγωνίστηκε για την πατρίδα ως υπαξιωματικός επικεφαλής είκοσι πάντοτε στρατιωτών από την αρχή του αγώνα μέχρι το 1828 και εθυσίασε μέρος της πατρικής του περιουσίας ζώντος ακόμη του πατρός του παπά Γεωργίου Μιεκριζή δια όπλα των στρατιωτών, πολεμοφόδια και ήτο άμεμπτος και σώφρων» και β) με το από 8-5-1846 πιστοποιητικό κατοίκων των χωριών Μπάρδι, Δούσια, Μάνεσι Πουλακίδα, Δενδρά, Γκέρμπεσι και Παναρίτι με το οποίο εκείνοι βεβαίωναν την προσφορά του Δημητρίου Παπαγεωργόπουλου στον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση της πατρίδας, προσθέτοντας ότι «ο μακαρίτης παπά Γεώργιος Μιεκριζής στην αρχή του αγώνα εθυσίασε μέρος της περιουσίας του για όπλα των στρατιωτών, πολεμοφόδια και χρηματική βοήθεια μέχρι το 1824 ότε απεβίωσε …..» (Βλ. σχετικά ανάρτηση Θ. Τζώρτζη "Ενας ακόμη αγωνιστής του 1821 από το Γκέρμπεσι (Μιδέα) Αργολίδος" της 6ης Μαρτίου 2013 στο blog "https://gerbesi.wordpress.com").
Η σημαντική πληροφορία που ποριζόμαστε από τα δύο παραπάνω  έγγραφα και που ενδιαφέρει την παρούσα ενασχόλησή μας είναι πως ο πατέρας του Δημητρίου Παπαγεωργόπουλου αναφέρεται και στα δύο έγγραφα ως «παπά Γεώργιος». Έτσι, γεννιέται το ερώτημα εάν ο αναφερόμενος ως παπά Γεώργιος ήταν πράγματι παππάς, γιατί δεν έχουμε καμιά απόδειξη, έγγραφη ή προφορική, που να συνηγορεί υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης. Το ερώτημα είναι πλέον εάν η αναφορά της ιδιότητας του ιερέως εκφράζει μια πραγματικότητα. Οπωσδήποτε η αναφορά δεν είναι τυχαία, δεδομένου ότι το πρώτο πιστοποιητικό υπογράφει και ο Γ.Λύκος, ο γνωστός οπλαρχηγός του αγώνα, που καταγόταν από το Χέλι και αναμφίβολα γνώριζε τον παπά Γιώργη, ενώ το δεύτερο πιστοποιητικό υπογράφεται από κατοίκους των γύρω από το Γκέρμπεσι έξι χωριών, που γνώριζαν την θρησκευτική ιδιότητα του παπά Γεωργίου Μιεκριζή. Δεν νομίζω πως μπορεί να αμφιβάλει κανείς σοβαρά πως ο Γεώργιος Μιεκριζής ήταν ιερέας. Η άποψή μας ενισχύεται και από την προφορική παράδοση, αφού και στις μέρες μας επιβιώνει η φήμη της ύπαρξης του παπά Γιώργη. Ο παπά Γιώργης απεβίωσε το 1824, όπως αναφέρεται στο δεύτερο πιστοποιητικό. Όσον αφορά στη θρησκευτική δραστηριότητα του παπά Γιώργη δεν έχουμε καμία έγγραφη πληροφορία, υποθέτουμε ότι θα τελούσε τις επιβαλλόμενες πράξεις θρησκευτικής λατρείας στο Γκέρμπεσι.
Πληροφοριακά προσθέτουμε πως από το δεύτερο από τα ανωτέρω δύο πιστοποιητικά πληροφορούμαστε πως το αρχικό επώνυμο των Παπαγεωργοπουλαίων ήταν Μιεκριζής, που στα αρβανίτικα σημαίνει Μαυρογένης. Για άγνωστο σε μας λόγο τα παιδιά του παπα Γιώργη Μιεκριζή το άλλαξαν σε Παπαγεωργόπουλος, που αποτελεί εξέλιξη του ονόματος «παπά Γεώργιος». Κάποιοι συνδέουν τους Μιεκριζήδες-Παπαγεωργόπουλους με τους Μαυρογένηδες, που το 1715 έφυγαν από τη Βαμβακού της Λακωνίας και εγκαταστάθηκαν στην Πάρο και στη Μύκονο και μεγαλούργησαν στη Βλαχία και στην Τεργέρστη.

Παπά Δημήτριος Κιμπούρης

Για τον παπά Δημήτριο Κιμπούρη ή Τσιμπούρη δεν υπάρχει καμία προφορική ανάμνηση, ούτε φέρεται καταχωρισμένος στο μητρώο ιερέων της Μητρόπολης Αργολίδας. Δεν φέρεται επίσης καταγεγραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους των χωριών του Δήμου Μιδέας του έτους 1844, γιατί κατά το έτος αυτό ήταν ήδη ιερέας και σύμφωνα με το άρθρο 33 του νόμου περί εκλογής βουλευτών του 1844 οι κληρικοί δεν είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Πρόχειρη έρευνα στο Μπάρδι ήταν εντελώς αρνητική και κανένας δεν έχει ακούσει κάτι για τον ιερέα αυτόν.
Από τα βιβλία αδειών γάμων της Μητρόπολης Αργολίδας προκύπτει ότι ο παπά Δημήτρης Κιμπούρης ιερολόγησε συστηματικά τους γάμους στα χωριά Γκέρμπεσι, Μάνεσι, Δενδρά, Μπάρδι  και Πουλακίδα από τον Σεπτέμβριο του 1834 μέχρι τον Νοέμβριο του 1853 {στην Πουλακίδα μέχρι το 1847, γιατί  χειροτονήθηκε και διορίστηκε εφημέριος στην Πουλακίδα ο Γεώργιος Μίχου Κ(Τσ)ιμπούρης ή Κ(Τσ)ιμπουρόπουλος}.  Δεν γνωρίζουμε σε ποιο χωριό είχε διορισθεί εφημέριος, ίσως στο Μάνεσι, γιατί σε κάποιες άδειες γάμων αναφέρεται ως ιερέας Μάνεσι. Βέβαιο είναι πως εκτελούσε τις απαραίτητες πράξεις θρησκευτικής λατρείας σε όλα τα χωριά που προαναφέραμε, γιατί κανένας άλλος ιερέας δεν τέλεσε σ’ αυτά συστηματικά γάμους. Έτσι, οδηγούμαστε στο αναμφισβήτητο συμπέρασμα πως ο παπά Δημήτρης Κιμπούρης λειτουργούσε στο Γκέρμπεσι κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, 1834-1853. Για το προηγούμενο του 1834 διάστημα δεν διαθέτουμε πληροφορίες, αφού οι εκδιδόμενες από την Επισκοπή Αργολίδας άδειες γάμου καταχωρούνταν στα βιβλία στεφανοχαρτίων από της 29ης Απριλίου 1834 και μετά. Οπωσδήποτε, όμως, ο παπά Δημήτρης θα εκτελούσε θρησκευτικές πράξεις στο Γκέρμπεσι κατά το ένδιάμεσο διάστημα μέχρι του θανάτου του παπά Γιώργη Μιεκριζή (1824) με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα είχε χειροτονηθεί ιερέας.
 Δεν γνωρίζουμε την απώτερη καταγωγή του παπά Δημήτρη Κιμπούρη. Γνωρίζουμε ότι κατοικούσε στις Λίμνες, ότι εγκατέλειψε το χωριό, άγνωστο πότε και εγκαταστάθηκε στο Μάνεσι. Το γεγονός της εγκατάστασής του στο Μάνεσι βεβαιώνεται από αρχειακά τεκμήρια, ήτοι α) από δύο εγγραφές υποθήκης στα βιβλία υποθηκών του Δήμου Μηδείας επαρχίας Ναυπλίας με αριθμούς 224 και 225/07-05-1845  (τόμος Α΄ σελ. 109 και 111) «κατά του ιδιοκτήτου παπά Δημητρίου Τζιμπούρη, γεωργού, κατοίκου του χωρίου Μάνεσι του Δήμου Μηδείας της Ναυπλίας», β) οι θυγατέρες του Αναστασία και Μαρία, που παντρεύτηκαν η πρώτη το 1852 στην Πουλακίδα τον Γεώργιο Μήτρου Γιαννάκου (άδεια γάμου 333/1852) και η δεύτερη το 1859 στο Γκέρμπεσι τον Δημήτριο Αναστασίου Παπαγεωργόπουλο (πατέρα του Γιουρούση) (άδεια γάμου 6/12-1-1859), αναφέρονται ως κάτοικοι Μάνεσι και οι γάμοι ιερολογήθηκαν στο ναό της Παναγίας Μάνεσι.
Ο παπά Δημήτρης Κιμπούρης επίσης υπογράφει α) ως Κυμπούρης το από 25-6-1838 πιστοποιητικό προσφοράς υπηρεσιών προς την πατρίδα  των Γεωργίου Ηλιάδη και Ιωάννου Α. Ηλία, κατοίκων Λιμνών, β) ως Κυμπουρόπουλος το πιστοποιητικό του Αθανασίου Ηλία,  κατοίκου Λιμνών, γ) ως Κυμπούρης την αίτηση προς την Επιτροπή των Αμοιβών του αγράμματου αγωνιστή Πάνου Καραμάνου (Ξ. & Ζ. Ηλία, Ο τέως Δήμος Κλεωνών Κορινθίας, Αθήνα 2003 σελ. 297 και Λάμπρου Ψωμά: Τρεις οικογένειες του χωριού Λίμνες της Αργολίδας κατά τη διάρκεια της επαναστάσεως του 1821, ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΑ, ΚΗ-2005-2006 και ανάτυπο).
Ζήτησα πληροφορίες από τον παπα-Νίκο Νώτη, εφημέριο των ναών Μάνεσι και Δενδρών, πλην ούτε εκείνος γνώριζε την ύπαρξη του παπά Δημήτρη Κιμπούρη ως ιερέα Μάνεσι και Δενδρών, πρόσθεσε όμως ότι κατά την ενέργεια εκσκαφών στο ανατολικό μέρος του ναού του Τιμίου Προδρόμου Δενδρών το 1991 βρέθηκε τάφος στον οποίο ήταν θαμμένος παπάς, γιατί στον τάφο βρέθηκε ένα θυμιατήρι, που κατά συνήθεια τοποθετούσαν στον τάφο του παππά καθώς και το κορδόνι πετραχηλιού. Κατά βεβαιότητα ο τάφος δεν ανήκε σε κανένα από τους γνωστούς ιερείς.
Δεν γνωρίζουμε εάν ο παπά Δημήτρης Κιμπούρης είχε συγγενική σχέση με τον Μίχο Κιμπούρη, γενάρχη των Κιμπουραίων Μπάρδι, Δενδρά και Πουλακίδας, βέβαιο όμως είναι πως και οι δύο οικογένειες ξεκίνησαν από τις Λίμνες. Περισσότερες πληροφορίες για το γένος των Κιμπουραίων και την εξέλιξή του στην περιοχή μας θα δώσω σε μελλοντική ανάρτηση που ετοιμάζω.
  
Παπά Αναστάσιος  Δημητρίου Λιλής

Στο αρχείο της Μητρόπολης Αργολίδας δεν υπάρχουν στοιχεία για τον ιερέα αυτόν και συνεπώς δεν γνωρίζουμε τον χρόνο χειροτονίας του, ούτε πώς εξελίχθηκε μετά τη χειροτονία του και πού υπηρέτησε. Θα προσπαθήσουμε, συνδυάζοντας διάφορα αρχειακά τεκμήρια, να αποκαταστήσουμε τις ελλείψεις.
Γεννήθηκε στο Γκέρμπεσι περί το 1814 και απεβίωσε τον Οκτώβρη ή Νοέμβρη του έτους 1887. Ο παπά Αναστάσιος Λιλής φέρεται εγγεγραμμένος στον εκλογικό κατάλογο του Δήμου Μιδέας του έτους 1844 με α/α  139, κάτοικος Γκέρμπεσι, ηλικίας 30 ετών και επαγγέλματος ιδιοκτήτης αιγοπροβάτων-γεωργός. Από την αναφορά αυτή πιθανολογούμε το χρόνο γέννησής του, ήτοι 1844-30=1814 είναι το πιθανό έτος γέννησής του. Τον χρόνο θανάτου του παπά-Αναστασίου προσδιορίζουμε αφενός από την υπ’ α/α 103/8-10-1887 τελευταία του άδεια γάμου και την από 1-12-1887 αίτηση (27) Γκερμπεσιωτών, απευθυνόμενη προς τον Επίσκοπο Αργολίδας με την οποία ζητούσαν να χειροτονήσει ιερέα στο Γκέρμπεσι τον Χρήστο Γ. Παπαγεωργόπουλο, επειδή «… ο μέχρι τούδε εφημέριος Παπά Αναστάσιος Λιλής απεβίωσεν εκπληρώσας το κοινόν χρέος». (Αρχείο Ναών Μητρόπολης Αργολίδας, Φ.43). Προκύπτει δηλαδή από το συνδυασμό των δύο παραπάνω εγγράφων πως ο παπά Αναστάσιος απεβίωσε μεταξύ 8/10 και 1/12/1887.
Δεν γνωρίζουμε πότε χειροτονήθηκε ιερέας και αν υπηρέτησε μόνο στο Γκέρμπεσι. Σταθερή είναι η πεποίθηση στο χωριό πως ο παπά Αναστάσης υπηρέτησε μόνο στο Γκέρμπεσι και ευκαιριακά εξυπηρέτησε και τα άλλα γύρω χωριά. Από τα βιβλία αδειών γάμων της Μητρόπολης Αργολίδας προκύπτει ότι ο παπά Αναστάσιος Λιλής ιερολόγησε όλους τους γάμους που τελέστηκαν στο Γκέρμπεσι από το 1854 μέχρι του θανάτου του το 1887, ότι δεν ιερολόγησε γάμους συστηματικά και διαρκώς σε άλλα χωριά της Μητρόπολης Αργολίδας και ότι τους προηγούμενους του 1853 γάμους είχε ιερολογήσει ο παπά Δημήτρης Κιμπούρης. Από τα ανωτέρω διαπιστωμένα γεγονότα συμπεραίνουμε πως ο παπά Αναστάσιος Λιλής χειροτονήθηκε ιερέας περί το τέλος του 1853 ή το 1854 και ήταν εφημέριος του ναού του Τιμίου Προδρόμου Γκέρμπεσι από της χειροτονίας του το έτος 1854 μέχρι του θανάτου του το έτος 1887.

Παπά Γεώργιος  Αναστασίου Λιλής

Δεν φέρεται εγγεγραμμένος στο μητρώο των ιερέων της Μητρόπολης Αργολίδας, ως εκ τούτου θα προσπαθήσουμε να αποκαταστήσουμε τις ελλείψεις έμμεσα συνδυάζοντας πληροφορίες από διάφορα τεκμήρια, όπως κάναμε και για τον πατέρα του Αναστάσιο Λιλή.
Γεννήθηκε το 1848 στο Γκέρμπεσι και ήταν το τρίτο κατά σειρά από τα πέντε παιδιά του παππά Αναστασίου Λιλή.
Πήρε τη στοιχειώδη της εποχής του μόρφωση, αφού με το υπ’ αρ. 19\11-2-1886 έγγραφο του Νομαρχιακού Δημοτικού Σχολείου Ναυπλίου πιστοποιείται ότι « Ο εκ του χωρίου Γκέρμπεσι του Δήμου Μηδέας Γεώργιος Παπαλιλής εξετασθείς σήμερον εις τα εν τοις δημοτικοίς σχολείοις διδασκόμενα μαθήματα και ιδίως εις την Γραφήν, Ανάγνωσιν, Ιερά Ιστορίαν, Κατήχησιν και τας τέσσαρας πράξεις της αριθμητικής απήντησεν κάλλιστα». Δεν φαίνεται να παρακολούθησε τα μαθήματα του δημοτικού σχολείου, αλλά μάλλον έδωσε εξετάσεις για την απόκτηση τίτλου σπουδών, αφού βεβαιώνεται στο έγγραφο ότι «..εξετασθείς σήμερον…11-2-1886», σε ηλικία δηλαδή 38 ετών.
Νυμφεύθηκε το 1869 τη Μαρίνα Δημητρίου Ι. Υψηλάντη, με την οποία απόκτησε πέντε παιδιά. Σημειώνουμε ότι η Μαρίνα στην άδεια γάμου[2] αναφέρεται το γένος Κώνστα, αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι ο πατέρας της έφερε το επώνυμο Κώστας ή Κώνστας (επώνυμο που εξελίχτηκε σε Κορίλης) και το οποίο αργότερα ο ίδιος άλλαξε σε Υψηλάντης[3]. Για ένα διάστημα υπηρέτησε υπάλληλος στην οικονομική υπηρεσία του Δήμου Μιδέας.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, παππά Αναστασίου, που ήταν ιερέας στο Γκέρμπεσι, όπως παραπάνω σημειώνουμε, ο Γεώργιος «προχειρίστηκε»[4] ιερέας μάλλον το έτος 1890, αφού αφενός τουλάχιστον μέχρι τον Φεβρουάριο 1888 είναι βέβαιο πως δεν είχε χειροτονηθεί και αφετέρου η πρώτη άδεια γάμου φέρει χρονολογία 22-9-1890 με α/α 101. Υπηρέτησε στο χωριό μέχρι το 1911, αφού αναφέρεται στις κατά το διάστημα αυτό εκδοθείσες άδειες γάμου, η τελευταία από τις οποίες φέρει χρονολογία 21-4-1911 και α/α 66. Δε γνωρίζουμε πότε απεβίωσε.
Αμέσως κατωτέρω παραθέτουμε περιληπτικά τον ανταγωνισμό μεταξύ των Γκερμπεσιωτών  Γεωργίου Δημ. Λιλή και Χρήστου Γεωργίου Παπαγεωργόπουλου για χειροτονία τους και τον διορισμό τους ως ιερέως Γκέρμπεσι.
Ενόψει της υπερηλικότητας του παππά Αναστασίου Λιλή είχαν αρχίσει γύρω στο 1886 στο χωριό σχετικές συζητήσεις και κρυφές κινήσεις για την επιλογή του νέου ποιμένος των ψυχών στο Γκέρμπεσι. Επίδοξοι προς χειροτονία ήσαν δύο Γκερμπεσιώτες από διαφορετικά γένη και το χωριό είχε χωρισθεί σε δύο δυναμικά αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Οι Παπαγεωργοπουλαίοι υποστήριζαν το Χρήστο Γεωργίου Παπαγεωργόπουλο, που ήταν από το σόι των Πιλιαφαίων, ετών 36, ενώ οι Λιλαίοι τον Γεώργιο παπαΑναστάση Λιλή, ετών 38. Ο αγώνας για τη διαδοχή ήταν ανελέητος και για την εξασφάλιση του χρίσματος χρησιμοποιήθηκαν όλα τα μέσα. Δεν μπορεί όμως να μη σημειώσει κανείς την έκταση των εκβιασμών και της εξαγοράς συνειδήσεων, που χρησιμοποιήθηκαν. Η σκληρή αντιπαράθεση των ανταγωνιζόμενων γενών οφείλεται στο γεγονός ότι το μικρό γένος των Λιλαίων με τη χειροτονία και δεύτερου μέλους του θα αποκτούσε αίγλη, δύναμη και κύρος στο χωριό καθώς επίσης και στο επίπεδο της εκκλησίας, της τοπικής αυτοδιοίκησης και της πολιτικής. Το μεγάλο και δυναμικό όμως γένος των Παπαγεωργοπουλαίων δε μπορούσε να επιτρέψει να αμφισβητηθεί η πρωτιά του και υπέδειξε δικό του υποψήφιο, η χειροτονία του οποίου θα εξασφάλιζε στο γένος σιγουριά και συνέχεια της πρωτιάς. Ο υποψήφιός του όμως απέτυχε και χειροτονήθηκε ιερέας ο Γεώργιος Λιλής, ό οποίος διορίστηκε στο Γκέρμπεσι. 25 όμως χρόνια αργότερα οι Λιλαίοι πλήρωσαν την επιτυχία τους, όταν υποψήφιοι για τη θέση του ιερέα στο ναό του Τιμίου Προδρόμου στο Γκέρμπεσι ήσαν ο Δημήτριος Γεωργίου Λιλής, γιος του παππάΓιώργη Λιλή και ο Γεώργιος Δημ. Γιαννάκος, από την Πουλακίδα, ο οποίος είχε νυμφευθεί θυγατέρα των Λεκκαίων και είχε έρθει σώγαμπρος στο Γκέρμπεσι. Μεταξύ των υποψηφίων ενεργήθηκε δημοψήφισμα στο χωριό και νικητής αναδείχθηκε ο Γεώργιος Γιαννάκος, υποστηριζόμενος κυρίως από τους Λεκκαίους και τους Παπαγεωργοπουλαίους.

παπά Μιχαήλ παπά Ανδριανού Ξύδης (1853-1934)
παπά Χρήστος Γεωργίου Μεϊδάνης (1839-1920)

          Οι δύο αυτοί ιερείς δεν είναι καταχωρισμένοι στο μητρώο ιερέων της Μητρόπολης Αργολίδας.
Ο παπα-Μιχάλης Ξύδης γεννήθηκε στο Μάνεσι το 1853 και απεβίωσε το 1934. Ήταν γιος του παπα-Ανδριανού Ξύδη, επίσης ιερέα στο Μάνεσι. Νυμφεύθηκε την Παναγούλα Ι. Κατσαλούλη από την Πουλακίδα (1860) με την οποία απόκτησαν την Χρυσούλα, τον Παναγιώτη, τον Ανδρέα και την Ελένη. Ιερούργησε στους ναούς της Παναγίας στο Μάνεσι και του Τιμίου Προδρόμου στα Δενδρά.
Ο παπά Μεϊδάνης καταγόταν από τις Λίμνες και γεννήθηκε το 1839. Εγκαταστάθηκε στο Μάνεσι, όπου απεβίωσε το 1920. Νυμφεύθηκε την Αναστασία Δημητρίου Παπαδημόπουλου, ιερέως στο Μάνεσι με την οποία απόκτησαν τους Δημήτριο, Γεώργιο, Αναστάσιο, Κωνσταντίνο, Παναγιώτη, Μαρίνα, Χρυσάφω και Σοφία. Είναι γενάρχης των Μεϊδανέων στο Μάνεσι και τα Δενδρά. Χειροτονήθηκε ιερέας από τον Επίσκοπο Ύδρας, δεν γνωρίζουμε όμως πότε. Διορίστηκε εφημέριος στον ναό του τιμίου Προδρόμου Δενδρών, οπότε από του διορισμού του έπαυσε ο παπά Μιχάλης Ξύδης να ιερουργεί στα Δενδρά.
Οι δύο αυτοί ιερείς τέλεσαν πράξεις λατρείας στο Γκέρμπεσι από τον Μάιο του 1911, αφότου δηλαδή έπαυσε να λειτουργεί ο παπά Γεώργιος Λιλής μέχρι τον Μάιο του 1914, που διορίστηκε εφημέριος στο Γκέρμπεσι ο Γεώργιος Γιαννάκος. Από τα βιβλία αδειών γάμων της Μητρόπολης Αργολίδας  και το από 27 Μαου 1913 έγγραφο του Δήμου Μιδέας προς την Επισκοπική Επιτροπή Αργολίδας (Αρχείο Ναών Μητρόπολης Αργολίδας Φ. 45Α) προκύπτει ότι ο παπά Μιχάλης Ξύδης λειτούργησε στο Γκέρμπεσι μέχρι τον Δεκέμβριο του 1913 και  ο παπά Μεϊδάνης από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Απρίλιο του 1914. Προφανώς, αφότου ο παπά Γεώργιος Λιλής έπαυσε να ιερουργεί στο Γκέρμπεσι, οι δύο αυτοί ιερείς είχαν λάβει εντολή από τη Μητρόπολη Αργολίδας να εκτελούν τις πράξεις λατρείας μέχρι του διορισμού του νέου εφημερίου Γεωργίου Γιαννάκου.

Η κηδεία του παπά Χρήστου Μεϊδάνη στο Μάνεσι το 1920
Φωτογραφικό αρχείο Γ.Καραμάνου



















Γεώργιος Δημητρίου και Ελένης Γιαννάκος
(Μητρώο ιερέων Μητρόπολης Αργολίδας, αρ. σελ. Α-103).




Γεννήθηκε στην Πουλακίδα το 1882 και απεβίωσε στο Γκέρμπεσι το 1960.
Νυμφεύθηκε το 1902 στο Γκέρμπεσι, όπου εγκαταστάθηκε, την Ελένη Αναστασίου Λέκκα (θυγατέρα του ΤασΜάνθο) (1887-1955) με την οποία απόκτησαν την Αναστασία (1905), τον Δημήτριο (1914), τον Αναστάσιο (1916), τον Χρήστο(1919), τον Κωνσταντίνο (1924), τη Σοφία (1926).
Αποφοίτησε από το Ελληνικό Σχολείο (Β΄Αργους) το 1912.
Χειροτονήθηκε από τον Επίσκοπο Θηβών και Λεβαδείας ιεροδιάκονος στην Μονή Ασωμάτων στην Αθήνα στις 17-5-1914 και ιερέας στον ιερό ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Μαρούσι στις 18-5-1914.
Με το ίδιο έγγραφο της χειροτονίας από 18 Μαḯου 1914 διορίστηκε εφημέριος στον ιερό ναό του Τιμίου Προδρόμου Μιδέας και υπηρέτησε διαρκώς μέχρι στις 8-7-1957, που απολύθηκε ως συμπληρώσας το 75ο έτος της ηλικίας του.
Από τα βιβλία αδειών γάμων της Μητρόπολης Αργολίδας προκύπτει ότι ιερολόγησε τον πρώτο γάμο στις 31-5-1914.
Είναι γνωστός ο ανταγωνισμός των ιερέων Γεωργίου Γιαννάκου και Δημητρίου Λιλή (τέκνου του παπά Γεωργίου Λιλή) για την κατάληψη της θέσης εφημερίου στο Γκέρμπεσι. Λέγεται πως έγινε δημοψήφισμα στο χωριό και τη θέση κέρδισε ο παπά Γιαννάκος.
(Παππά-Γιαννάκος ή Παππά-Τζιτζίκας, προσωνύμιο που του φόρτωσαν οι Γκερμπεσιώτες, επειδή δεν έψελνε σωστά, αλλά (μονότονα;) σαν τζιτζίκι)

Μιχαήλ Παναγιώτη Δανούσης
(παππά-Μιχάλης) (Μητρώο ιερέων Μητρόπολης Αργολίδας, σελ. Α-173)

Γεννήθηκε στη Δαλαμανάρα το 1905 και νυμφεύθηκε την Ιωάννα Χριστοπούλου (1918) (θυγατέρα του Σιερβέτα από το Παναρήτι), με την οποία απόκτησαν τον Παναγιώτη (1948) και την Ευφροσύνη (1949).
Απόφοιτος του Ελληνικού Σχολείου και του Εκκλησιαστικού Φροντιστηρίου Κορίνθου χειροτονήθηκε διάκος στις 14-11-1953 και ιερέας στις 15-11-1953.
          Διορίστηκε προσωρινός εφημέριος του ιερού ναού Αγίας Τριάδος Λυγουρίου, όπου υπηρέτησε μέχρι 15-8-1956.
          Από 16-8-1956 διορίστηκε προσωρινός ιερέας στο ναό της Ζωοδόχου Πηγής Δαλαμανάρας και από 4-6-1957 τακτικός εφημέριος στον ίδιο ναό μέχρι 31-7-1985, οπότε επαύθη λόγω γήρατος.
Ο ιερέας Μιχαήλ Δανούσης ουδέποτε διορίστηκε καθ΄οιονδήποτε τρόπο εφημέριος του ναού του τιμίου Προδρόμου Μιδέας, τον περιλαμβάνουμε όμως στους ιερείς Μιδέας γιατί ο Παπαγιαννάκος ήταν για μεγάλα διαστήματα ασθενής και αδυνατούσε να εκπληρώσει τα εφημεριακά του καθήκοντα, αναπληρούμενος προφανώς με εντολή του Μητρόπολης Αργολίδας από τον Μιχαήλ Δανούση.

Ιωάννης Επαμεινώνδα Μιχαλόπουλος
(παππα Γιάννης) (Μητρώο ιερέων Μητρόπολης Αργολίδας, σελ. Α-144)

Γεννήθηκε το 1911 στο Νιοχώρι της ορεινής Αργολίδας.
Νυμφεύθηκε την Σταμάτα                     (1900) με την οποία απόκτησαν την Κωνσταντίνα (1938) και  την Φούλα (1941).
Απόφοιτος Σχολαρχείου και Προπαρασκευαστικού Σχολείου εξάμηνης φοίτησης, χειροτονήθηκε διάκος στις 16-6-1939 και ιερεύς στις 24-06-1939.
Διορίστηκε από της χειροτονίας του στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου Νεοχωρίου.
Διορίστηκε προσωρινός εφημέριος Αγίου Δημητρίου Αχλαδοκάμπου από 28-5-1954 και απολύθηκε από τη θέση του την 01-06-1954.
Διορίστηκε την 01-02-1959 στον ιερό ναό του Τιμίου Προδρόμου Βούλας και απολύθηκε από τη θέση του στις 25-02-1959.
Διορίστηκε προσωρινός εφημέριος στον ιερό ναό Τιμίου Προδρόμου Μιδέας την 1-4-1959, όπου υπηρέτησε μέχρι του θανάτου του στις 29-4-1980.

Φώτιος Γεωργίου Πετρόπουλος
(παππα Φώτης) (Μητρώο ιερέων Μητρόπολης Αργολίδας, σελ. Β-14)


Γεννήθηκε το 1928 στο Ράδου Γορτυνίας-Αρκαδίας.
Έγγαμος με την Ευσταθία Σχίζα με την οποία απόκτησαν α) τον Γεώργιο (1959), β) τον Αντώνιο (1961) γ) τον Ηλία (1965).
Χειροτονήθηκε στην ιερά Μονή Πεντέλης Διάκος στις 4-9-1980 και ιερέας στις 5-9-1980 από τον Επίσκοπο Αζώμης Πέτρο.
(Η Ιερά Μητρόπολη Αζώμης υπάγεται στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και περιλαμβάνει στην πνευματική της δικαιοδοσία τα κράτη της Αιθιοπίας, Ερυθραίας, Τζιμπουτί και Σομαλίας. Έδρα: Αντίς Αμπέμπα Αιθιοπίας)
Διορίστηκε εφημέριος στο Άγιο Κωνσταντίνο Μάνεσι από 8-9-1980 κατόπιν χορηγήσεως απολυτηρίου γράμματος του Πατριάρχου Αλεξανδρείας κ. Νικολάου και υπηρέτησε μέχρι 31-12-1987.
Διορίστηκε εφημέριος στον Τίμιο Πρόδρομο Μιδέας από 1-1-1988 και υπηρέτησε μέχρι 28-2-1994.
Διορίστηκε εφημέριος στον ιερό ναό των Ταξιαρχών Μπορσίων Άργους από 1-3-1994 και υπηρέτησε μέχρι 30-6-1995.
Διορίστηκε εφημέριος στον ιερό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Φιχτίων από 1-7-1995 και υπηρέτησε μέχρι 31-5-1996.
Του χορηγήθηκε απολυτήριο για την Ιερά Μητρόπολη Νίκαιας Αττικής και διορίστηκε εφημέριος στο ναό των Τριών Ιεραρχών Νίκαιας από 1-6-1996 και υπηρέτησε μέχρι 16-9-2005, οπότε απολύθηκε λόγω συνταξιοδοτήσεως.

Παναγιώτης Λέκκας του Δημητρίου και της Σοφίας Ζωνίτσα
(παππαΤάκης) (Μητρώο ιερέων Μητρόπολης Αργολίδας, σελ. Β-49)

Γεννήθηκε στη Μιδέα το 1966.
Έγγαμος με την Αικατερίνη Δ. Παπαϊωάννου από την Αμυγδαλίτσα, με την οποία απόκτησαν τη Σοφία, τον Δημήτριο και τον Μαρίνο.
Απόφοιτος του Εκκλησιαστικού Λυκείου Κορίνθου, χειροτονήθηκε διάκος στις 25-3-1994 στο Ναύπλιον και πρεσβύτερος στις 26-3-1994 στη Μιδέα από τον Μητροπολίτη Αργολίδας Ιάκωβο.
Διορίστηκε εφημέριος στο ναό του Τιμίου Προδρόμου Μιδέας από 27-3-1994.

Χρίστος Ιωάν. Κώνστας (Μιδεάτης)





[1] Σχετικά με την αυτοδιοικητική εξέλιξη του χωριού ίδε ανάρτηση με τον τίτλο «Γκέρμπεσι και Μιδέα στο θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης».
[2] Βιβλίο στεφανοχαρτίων Μητροπόλεως Αργολίδος με α/α 69/25-6-1869,
[3] Για την αλλαγή του επωνύμου βλέπε αναλυτικά στη εισαγωγή του γένους των Υψηλανταίων στο βιβλίο μου, που πρόκειται σύντομα να κυκλοφορήσει, «Γένη και σόγια στο Γκέρμπεσι (Μιδέα) Αργολίδας».
[4] Προχειρίζω= διορίζω, χειροτονώ και προχείριση= χειροτονία

Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΡΓΟΛΙΔΑ


Το κείμενο που ακολουθεί είναι ομιλία μου με θέμα ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΡΓΟΛΙΔΑ, που έγινε στις 8 Ιουνίου 2014 στο εξωκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Μιδέας κατά τη διάρκεια τελετής μνήμης των εκτελεσμένων από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους Ταγματασφαλίτες Γκερμπεσιωτών. Η τελετή μνήμης οργανώθηκε από το Τοπικό Συμβούλιο Μιδέας και τους πολιτιστικούς φορείς του χωριού. Στο κείμενο της ομιλίας προστέθηκαν σε σημειώσεις μερικές συμπληρωματικές πληροφορίες που κρίθηκαν αναγκαίες καθώς και βιβλιογραφικές αναφορές για τη διευκόλυνση των τυχόν αναγνωστών.


Αναθηματική στήλη στο προαύλιο του Αϊ Γιάννη της Κ.ρλιας
αφιερωμένη στη μνήμη των νεκρών της Γερμανικής κατοχής 





 ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΡΓΟΛΙΔΑ
Κύριοι εκπρόσωποι των πολιτειακών θεσμών και της τοπικής αυτοδιοίκησης,
Αγαπητοί φίλοι,
Σήμερα είναι μια ημέρα μνήμης και αναφοράς στους ανθρώπους μας, που βάρβαρος κατακτητής τους αφαίρεσε βίαια τη ζωή και το δικαίωμα να συνεχίσουν τα ειρηνικά τους έργα. Συγκεντρωθήκαμε στο χώρο τούτο για να θυμηθούμε το κακό που έγινε τις τελευταίες ημέρες του Μάη του 1944 στο χωριό μας. 21 συγχωριανούς  μας εκτέλεσαν τα θηρία και οι  Έλληνες συνεργάτες τους στη γύρω μας περιοχή από τις 24 Μαḯου μέχρι την 1 Ιουνίου 1944 και 7 ακόμη στην ευρύτερη περιοχή και σε διάφορους χρόνους. Ανεπίτρεπτη βέβαια παράλειψη θα διέπραττα εάν δεν μνημόνευα και τους πρώτους 2 που πολέμησαν τον επίβουλο κατακτητή και έμειναν εκεί επάνω στα βουνά της Αλβανίας για να μας θυμίζουν πόσο σημαντική είναι η ελευθερία και η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, Γιάννης Παπαγεωργόπουλος ή Τζιότζιος και Παναγιώτης Παπαγεωργόπουλος ή Βώκος τα ονόματά τους. Όλοι αυτοί  ήσαν άνθρωποι απλοί, άνθρωποι  του καθημερινού μόχθου ήσαν, άνθρωποι που ήθελαν να ζήσουν, να διαφεντεύσουν τη ζωή τους χωρίς εξουσιαστή και να την προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα. Όμως το κακό το πνεύμα άλλα είχε στο μυαλό του, ήθελε  όλους τους τόπους δικούς του και τους ανθρώπους δούλους του. Τελικά, όμως, οι άνθρωποι νίκησαν το θηρίο που το έβαλε στα πόδια κυνηγημένο «από τα παιδιά, που τους έλεγαν αλήτες», όπως λέει ο ποιητής.
Ο Ομιλητής
Όλα άρχισαν στις 28 του Οκτώβρη του 1940, όταν η τότε φασιστική Ιταλία αξίωσε με ιταμό τρόπο να υποδουλώσει τη χώρα των Ελλήνων. Έλαβε όμως από τον ελληνικό λαό απρόσμενη απάντησηž εκείνο το ηχηρό ΟΧΙ σήμαινε την απόφαση των Ελλήνων να συνεχίσουν να ζουν ελεύθεροι και κυνήγησαν τον εισβολέα. Μπροστά όμως στον κίνδυνο του διασυρμού της Ιταλίας και συνακόλουθα και της φασιστικής ιδεολογίας η επίσης φασιστική Γερμανία, εταίρος και σύμμαχος της Ιταλίας, κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδας στις  6 Απριλίου 1941 και με την άριστα οργανωμένη πολεμική της μηχανή έσπασε τις Ελληνικές αμυντικές γραμμές και στις 27 Απριλίου 1941 ο Γερμανικός στρατός μπήκε νικητής στην πρωτεύουσα της χώρας μας και η σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό από την ίδια ημέρα κυμάτιζε στον ιερό βράχο της ακρόπολης. Οι Γερμανοί κατέλαβαν το Αργος τις απογευματινές ώρες της 27 Απριλίου μετά από διήμερο αεροπορικό βομβαρδισμό στις 26 και 27 Απριλίου και το Ναύπλιον στις 28 Απριλίου. Έτσι άρχισε η καταθλιπτική περίοδος της  στρατιωτικής κατοχής της πατρίδας μας από τους Γερμανούς που διήρκεσε τριάμισι χρόνια περίπου.
Εν τω μεταξύ από τις 23 Απριλίου 1941 ο βασιλιάς με την κυβέρνηση Τσουδερού είχαν εγκαταλείψει τη χώρα και είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο, ενώ στις 30 Απριλίου οι Γερμανοί είχαν διορίσει κυβέρνηση πρόθυμη να εκτελεί τις εντολές τους υπό τον στρατηγό Τσολάκογλου.
Οι Γερμανικές δυνάμεις εκτός από το Αργος και το Ναύπλιον εγκαταστάθηκαν και στα γύρω χωριάž μοίρα πυροβολικού στην Πυργέλα, στρατιωτικό άγημα στη Δαλαμανάρα στο εργοστάσιο του ΚΥΚΝΟΥ και τεθωρακισμένα στην Αγία Τριάδα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξαν για το αεροδρόμιο στο Αργος, που το οργάνωσαν  και το χρησιμοποίησαν για την από αέρος κατάληψη της Κρήτης.
Μετά από μερικές ημέρες ήρθαν στο Αργος και Ιταλικά στρατιωτικά αγήματα, που εγκαταστάθηκαν στους γνωστούς μας στρατώνες αλλά και σε άλλα κτήρια.  Οι Ιταλοί ανέλαβαν τη φρούρηση των παράκτιων περιοχών της Αργολίδας, όπου εγκατέστησαν ιδίως μετά τις διαδόσεις για συμμαχική απόβαση αντιαεροπορικές βάσεις και επάκτιο πυροβόλοž στους Μύλους κατασκεύασαν αντιαρματική τάφρο και οργάνωσαν την περιοχή με συρματοπλέγματαž  παράλληλα συνέδεσαν με τηλεφωνικά καλώδια τους Μύλους με το αεροδρόμιο, για να ειδοποιούν εγκαίρως για τυχόν εναέρια συμμαχική προσβολή του αεροδρομίου. Τη νύχτα της 20ής προς την 21η Μαḯου Έλληνες πατριώτες με εντολή του συμμαχικού στρατηγείου κατέστρεψαν σε τρία σημεία στον Ξεριά του Άργους τα τηλεφωνικά καλώδια και διέκοψαν την επικοινωνία με το αεροδρόμιο, με αποτέλεσμα τις μεταμεσονύχτιες ώρες της ίδιας νύχτας συμμαχικά αεροπλάνα να βομβαρδίσουν το αεροδρόμιο και να καταστρέψουν στο έδαφος τα Γερμανικά αεροπλάνα και τις αποθήκες υλικών και καυσίμων[1].
Στις 20 Μαḯου άρχισε η από αέρος κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Οι μονάδες της Κοινοπολιτείας που βρίσκονταν στο νησί και η καθολική συμμετοχή του κρητικού λαού στην αντίσταση κατά των εισβολέων καθυστέρησαν την κατάληψη του νησιού για δώδεκα ημέρες, ενώ ο επίσημος απολογισμός των απωλειών των δυνάμεων του άξονα ήσαν 6.000 νεκροί, τραυματίες και αγνοούμενοι , και από τα 500 αεροπλάνα που πήραν μέρος στην επιχείρηση τους έμειναν μόνο 185[2].
Ο Γερμανικός στρατός μπαίνοντας στην Ελλάδα δε μετέφερε επί τόπου  τις επισιτιστικές του υπηρεσίες ούτε τρόφιμα για τη σίτιση των στρατιωτών οι οποίοι έπρεπε πλέον να σιτίζονται σε βάρος των Ελλήνων από την εγχώρια παραγωγή. Έτσι, άρχισε η απαλλοτρίωση και συστηματική λεηλασία του εθνικού μας πλούτου . Το Μάη του 41 ολόκληρη η παραγωγή ορυχείων είχε κλειστεί για τη Γερμανία σε μακροπρόθεσμη βάση.  Ό,τι  βρέθηκε στις ελληνικές αποθήκες κατασχέθηκε και είτε μεταφέρθηκε στη Γερμανία είτε πέρασε στον έλεγχο των Γερμανώνž κατασχέθηκαν  επίσης όλα τα αποθέματα σταφίδας, σύκων, ρυζιού, ελαιολάδου,σταριού και άλλων τροφίμων. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής ήταν να σημειωθεί απότομη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, αφού τις πρώτες ύλες είχαν αρπάξει οι κατακτητές και μείωση της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής από τον πρώτο χρόνο της κατοχής. Η έλλειψη βασικών μέσων σίτισης άρχισε να γίνεται αισθητή, και από το χειμώνα του 41 ο ελληνικός λαός κυρίως οι κάτοικοι των αστικών κέντρων βρίσκονται σε κατάσταση λιμού. Υπολογίζεται ότι 300.000 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους από πείνα[3]. Στο ληξιαρχείο Ναυπλίου υπάρχουν καταγεγραμμένοι 124 θάνατοι από πείνα κατά το διάστημα από 29-11-1941 μέχρι τον Οκτώβρη του 44[4]. Ο πληθωρισμός είναι πια ανεξέλεγκτος . Σε ένα χρόνο από τον Ιούνιο του 41 έως τον Ιούνιο του 42 η τιμή του ψωμιού είχε ανέβει από τις 70 δραχμές στις 2.350, δηλαδή 33 φορές επάνω,  το σαπούνι από τις 65 δραχμές στις 3.100  και τα ξερά φασόλια από τις 90 στις 2.900. Επειδή το χαρτονόμισμα έχανε την αξία του λόγω του πληθωρισμού και η μεταφορά νέων χαρτονομισμάτων από την Αθήνα ήταν και δύσκολη και επικίνδυνη γιατί οι Γερμανοί περίμεναν έξω από τα λιθογραφεία και άρπαζαν νωπά ακόμη τα τραπεζογραμμάτια, η Τράπεζα της Ελλάδας  για να αντιμετωπίσει την κατάσταση χορήγησε την άδεια στην τοπική Οικονομική Επιτροπή Ναυπλίου να σφραγίζει τραπεζογραμμάτια με νέες πολλή μεγαλύτερες τιμές. Για να πάρουμε μια  γενική έννοια του ύψους του πληθωρισμού σημειώνουμε ότι τον Σεπτέμβριο του 44 τραπεζογραμμάτια των 5.000 δραχμών τα επεσήμανε η επιτροπή για να κυκλοφορήσουν με ονομαστική αξία 500.000.000 δραχμών[5]. Το νόμισμα έπαψε πλέον να αποτελεί μέσο πληρωμής και οι συναλλαγές γίνονταν με τον αρχέγονο τρόπο της ανταλλαγής. Έρχονταν οι Λιγουριάτες στο χωριό και αντάλλασαν μία οκά λάδι με μία οκά σιτάρι. Ο κόσμος των πόλεων μετέφερε στα χωριά τα πράγματα του νοικοκυριού του και τα αντάλλασαν με τρόφιμα. Το Μάη που θερίζαμε τα γεννήματα γυναίκες με τα παιδιά τους εμφανίστηκαν στα χωράφια και ακολουθούσαν τους θεριστές  μαζεύοντας τα σκόρπια στάχια σταριού που ξέφευγαν από τα χειρόβολα, ήσαν οι περίφημες «σταχομαζώχτρες». Στο χωριό μας λίγοι πείνασαν, αλλά κανένας δεν πέθανε από ασιτίαž εκτός από τις συνηθισμένες παραγωγές σπείραμε ρεβίθια και φακές και κάθε σπίτι αύξησε τον αριθμό των οικόσιτων προβάτων και κατσικιών. Φάρμακα δεν υπήρχαν και η αντιμετώπιση των ασθενειών γινόταν με ιδιοσκευάσματα, όταν ήταν μπορετό. Γεμίσαμε ψώρα, που αντιμετωπίσαμε με αλοιφή από θειάφι και λάδι, ενώ η ελονοσία μας τάραξεž ακόμη θυμάμαι τα ρίγη όταν ανέβαινε ο πυρετός. Σχετικά με τις άλλες επικίνδυνες ασθένειες αν ήσουν τυχερός μπορούσες να σωθείς. Εδώ θα πρέπει να μνημονεύσουμε την προσφορά του γιατρού Βασιλείου, που έτρεχε όπου τον καλούσαν.
Στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 ιδρύεται η κορυφαία απελευθερωτική οργάνωση , το Εθνικό  Απελευθερωτικό Μέτωπο (Ε.Α.Μ.). Το πρακτικό ίδρυσης υπόγραψαν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, η Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας και το Αγροτικό Κόμματος Ελλάδας[6]. Το ΕΑΜ απλώθηκε πολύ γρήγορα σε ολόκληρη την Ελλάδα και συνέβαλε αποφασιστικά τόσο στην επιβίωση του ελληνικού λαού σε όλη τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής όσο και στην απελευθέρωση της χώρας από τον ξενικό ζυγό. Αργότερα στις αρχές Ιανουαρίου του 1942 ιδρύθηκε το στρατιωτικό σκέλος του ΕΑΜ, ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, ο θρυλικός Ε.Λ.Α.Σ. Σχετικά με τη συγκρότηση του ΕΑΜ στην Αργολίδα συναντούμε δύο παράλληλες κινήσεις που συνέπεσαν χρονικάž τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου του 41 ο Βασίλης Λάσκας από το Λουτράκι επισκέφθηκε τους αδελφούς Τσετσέκου Σπύρο, Κώστα και Βαγγέλη από τα Φίχτια και συζήτησαν για την ανάγκη και τις δυνατότητες δημιουργίας οργανώσεων του ΕΑΜ στην Αργολίδα[7], ενώ ο Πάνος Λιλής από το Γκέρμπεσι αναφέρει πως είχε συνάντηση για τον ίδιο σκοπό στις αρχές του Δεκέμβρη με τον Μήτσο Δεμοίρο από το Ανυφί και Μιχάλη Μεϊδάνη από το Μάνεση και  εκπρόσωπο του ΕΑΜ[8]. Πολύ γρήγορα δημιουργήθηκαν οργανώσεις του ΕΑΜ στις πόλεις και σε όλα τα χωριά της Αργολίδας.

Το καλοκαίρι του 43 οι Γερμανοί έκαναν διάφορα έργα άμυνας και προστασίας των εγκαταστάσεων και του οπλισμού τους στο αεροδρόμιο του Άργους και στα χωριά που ήσαν εγκατεστημένοι, όπως στην Πυργέλα, στην Ν. Κίο, στην Αγ. Τριάδα και αλλού. Για την εκτέλεση των έργων  με απόφαση του Νομάρχη είχε καθοριστεί ένας αριθμός εργατών για κάθε χωριό που έπρεπε να πηγαίνει στα έργα κάθε μέρα. Το χωριό μας έπρεπε να στέλνει κάθε μέρα 17 εργάτες. Η οργάνωση του ΕΑΜ του χωριού πήρε εντολή να σαμποτάρει την αποστολή εργατών. Αντιπροσωπία επισκέφθηκε το Νομαρχούντα Διευθυντή της Νομαρχίας Γεωργιάδη και του είπε να μη στείλει αυτοκίνητο στη Μιδέα γιατί οι άνδρες έχουν προσβληθεί από ψώρα και σταφυλόκοκκο. Μετά από απειλές του Νομάρχη και εμμονή των χωριανών μας η Νομαρχία συμφώνησε και έστειλε το νομίατρο στο χωριό, ο οποίος στην έκθεσή του βεβαίωνε πως οι κάτοικοι κατά ποσοστό 70% έχουν προσβληθεί από ψώρα και έτσι απαλλάχτηκαν από την υποχρέωση της αναγκαστικής εργασίας[9].  Όμως οι Γερμανοί συχνά πυκνά περνούσαν από τα χωριά και όποιον άνδρα εύρισκαν τον έπιαναν και τον οδηγούσαν στα έργα. Το αυτοκίνητο που μάζευε εργάτες το είχαν ονοματίσει «Μπόγια» και με το άκουσμα «έρχεται ο Μπόγιας» όλοι οι άνδρες εξαφανίζονταν. Η οργάνωση του ΕΑΜ  για να προλάβει τυχόν ατυχήματα από επίσκεψη των Γερμανών στο χωριό είχε τοποθετήσει μόνιμο παρατηρητήριο στο Παλιόκαστρο που ήλεγχε  το δρόμο  πρόσβασης των Γερμανών στο χωριό και με το χωνί ειδοποιούσε για την κίνηση Γερμανών. Την υπόθεση αυτή είχαν αναλάβει νεολαίοι  που εκ περιτροπής εκτελούσαν  υπηρεσία παρατηρητηρίου. Οι νεώτεροι ίσως να έχετε ακούσει για το θρυλικό χωνί. Χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά της φωνής σε μεγαλύτερες αποστάσεις  και κυρίως για την εκφώνηση ειδήσεων, ανακοινώσεων, συνθημάτων κλπ.
Στις 9 Ιανουαρίου 1944 οι Γερμανοί έκαναν μπλόκο στο Γκέρμπεσιž συνέλαβαν όλους του άντρες άνω των 14 ετών και τους συγκέντρωσαν στο ρέμμα στο  χώρο που σήμερα βρίσκεται η παιδική χαρά. Ανάμεσά τους ήσαν και μερικοί ξένοι, στελέχη αντιστασιακών οργανώσεων. Οι Γερμανοί επέτρεψαν στους τσοπάνηδες να βγάλουν τα πρόβατά τους έξω από το χωριό, για να βοσκήσουν και μαζί με τους πραγματικούς τσοπάνηδες βγήκαν από τον κλοιό και μερικοί ξένοι. Έκαναν έρευνα σε όλα τα σπίτια του χωριού, αλλά ευτυχώς δεν βρήκαν τίποτα παρά το γεγονός πως στο σπίτι του Μελέτη Βλάχου ήταν εγκατεστημένο το τυπογραφείο της αντίστασης και σε πολλά σπίτια υπήρχε πολεμικό υλικό.  Συνέλαβαν 82 περίπου άνδρες και τους οδήγησαν στο αεροδρόμιο του Άργους. Τους χρησιμοποίησαν για την εκτέλεση έργων στο αεροδρόμιο. Κοιμόντουσαν σε ξύλινες αποθήκες που από παντού έβαζαν αέρα και από την πρώτη μέρα γέμισαν ψείρεςž ο χειμώνας ήταν πολύ σκληρός και δυο φορές κατά τη διάρκεια της κράτησής τους χιόνισε. Επέτρεψαν ευτυχώς στις οικογένειές τους να τους πηγαίνουν φαγητό και κάθε μέρα καραβάνι από γαϊδουράκια ξεκίναγαν για το αεροδρόμιο του Άργους. Μεταξύ των κρατουμένων ήσαν και δύο αντάρτες καθώς και πολλά στελέχη της αντίστασης γνωστά στους κρατούμενους. Τυχόν διεξαγωγή ανακρίσεων θα αποκάλυπτε γεγονότα, που θα είχαν άμεση επίπτωση στη ζωή των κρατουμένων αλλά και στο ίδιο το χωριό. Αποφασίστηκε να παρέμβει στρατιωτικά το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση των κρατουμένων και ορίστηκε ημέρα διεξαγωγής της επιχείρησης η 22 Ιανουαρίου 1944, ημέρα Σάββατο απόγευμα, που οι Γερμανοί κατέβαιναν στο Αργος για αναψυχή. Ευτυχώς οι Γερμανοί τους άφησαν ελεύθερους  νωρίτερα και αποφεύχθηκαν οι συνέπειες μιας τέτοιας επιχείρησης[10].
Κατά τη διάρκεια του πολέμου και τη διεύρυνση του μετώπου όλος ο Γερμανικός ανδρικός πληθυσμός υπηρετούσε στο στρατ. Έτσι, η Γερμανική βιομηχανία, ιδιαίτερα μετά την απαγόρευση από τον Χίτλερ να εργάζονται οι γυναίκες στα εργοστάσια, δεν είχε εργάτες για να  κινήσουν τα εργοστάσια. Για την κάλυψη των κενών η Γερμανική προπαγάνδα ίδρυσε υπηρεσίες προσέλκυσης εργατών σε διάφορες πόλεις της κατεχόμενης Ευρώπης και στη Θεσσαλονίκη τον Ιανουάριο του 42. Οι Έλληνες  όμως παρά την πείνα γύρισαν την πλάτη στους Γερμανούς και μόνο 15-20 άτομα ανταποκρίθηκαν. Στις αρχές του 43 κυκλοφόρησαν φήμες πως οι Γερμανοί σκόπευαν να καταφύγουν σε πολιτική επιστράτευση ελλήνων, για να τους στείλουν εργάτες  στη Γερμανίαž το ΕΑΜ όμως οργάνωσε διαδηλώσεις και απεργίες που συγκλόνισαν την Αθήνα και υποχρέωσαν το πρωθυπουργό Λογοθετόπουλο να διαψεύσει την πληροφορία και η επιστράτευση ματαιώθηκε. Γενικά μπορούμε να πούμε πως οι Έλληνες δεν ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των Γερμανών, αφού στα τέλη του 1943 από τα 5.400.000 αλλοδαπών εργατών, που εργάζονταν στη Γερμανία, μόνο 11. 000 ήσαν Έλληνες[11].  
Εκπρόσωποι του Κοινοβουλίου, της Κυβέρνησης
και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Στις 9 Ιουνίου του 1944 Γερμανικές δυνάμεις ενισχυμένες με άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας κύκλωσαν τα χωριά Γκέρμπεσι, Δενδρά, Μάνεσι, Ντούσια και Μπάρδι. Στο χωριό μας συγκέντρωσαν όλους τους κατοίκους στο ρέμα, εκεί που βρίσκεται τώρα η παιδική χαρά και Γερμανός αξιωματικός άρχισε να εκφωνεί από κατάλογο ονόματα Γκερμπεσιωτών, ανδρών και γυναικών. Βρέθηκαν παρόντες ο Ιωάννης Δημ. Λιλής και 10 κοπέλλες. Τους οδήγησαν στην Ακροναυπλία και στη συνέχεια στο στρατόπεδο της Κορίνθου και μετά στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Τον Λιλή και 5 κοπέλες τους άφησαν ελεύθερους[12], με τη μεσολάβηση κάποιων παραγόντων, τις άλλες πέντε όμως τις φόρτωσαν στο τραίνο και μέσω Γιουγκοσλαβίας της μετέφεραν στη Γερμανία. Εκεί τις οδήγησαν σε διάφορα εργοστάσια και τις υποχρέωσαν να εργάζονται για το Γ΄Ραϊχ. Μετά την κατάρρευση του Ναζισμού τις απελευθέρωσαν  οι Αμερικανοί την 1 Απριλίου 1945, οι οποίοι τις μετέφεραν στο Μπάρι και τις επιβίβασαν σε πλοίο για την Πάτρα. Εκεί τις παρέλαβε ο Ερυθρός Σταυρός[13]. Επέστρεψαν στην Ελλάδα και οι πέντε, οι οποίες ήσαν:
1) Γεώργα Αικατερίνη του Γεωργίου (Γεωργούτσο),
2) Κορίλη Γιαννούλα του Ευαγγέλου (Μόσμη),
3) Λέκκα Αναστασία του Γεωργίου (Τσιάο),
4) Παπαγεωργοπούλου Αικατερίνη του Αναστασίου (Γιουρούση),
5) Φρίμη Αικατερίνη του Γεωργίου,
Έπιασαν επίσης ομήρους και από τα άλλα γειτονικά χωριά: από το Μπάρδι 1, από του Μάνεσι 4 και από τα Δενδρά 4[14].
Το 1944 και ιδιαίτερα μετά την ανάληψη της αρχηγίας του ΕΛΛΑΣ Πελοποννήσου από τον Άρη Βελουχιώτη οι στρατιωτικές ενέργειες κατά των Γερμανών και των συνεργατών τους,  των Ταγμάτων Ασφαλείας, είχαν ενταθεί. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης ο στρατηγός Φέλμυ, διοικητής του 68ου Σώματος στρατού με έδρα την Αθήνα κήρυξε στις 19 Μαḯου 1944 την Πελοπόννησο εμπόλεμη ζώνη και διόρισε τον στρατηγό Λε Σουίρ διοικητή της άμυνας της Πελοποννήσου. Ο Φέλμυ με διακήρυξη όρισε τους όρους διαβίωσης και συμπεριφοράς των κατοίκων της Πελοποννήσου[15]. Σχετικά διαβάζουμε:
«Απαγόρευση της κυκλοφορίας από τις 6 το απόγευμα μέχρι τις 6.00 το πρωί της επόμενης.
Κατά τη χρονική αυτή περίοδο κάθε πολίτης που θα απαντάται στο δρόμο να εκτελείται επί τόπου.
Όλα τα καφενεία, εστιατόρια και ταβέρνες κλπ θα κλείσουν.
Κάθε συνάθροιση πέραν των πέντε ατόμων ή συγκεντρώσεις, ακόμη και οι λαϊκές αγοράς, σε ανοικτούς χώρους και σε κτήρια απαγορεύονται.
Κάθε επικοινωνία με ταχυδρομείο, τηλέγραφο ή τηλέτυπο απαγορεύεται στον άμαχο πληθυσμό.
Η χρήση μέσων συγκοινωνίας όπως τραίνων, φορτηγών ή οχημάτων με ρόδες συμπεριλαμβανομένων και των ποδηλάτων στην Πελοπόννησο απαγορεύεται στον άμαχο πληθυσμό.
Απεριόριστη ελευθερία κίνησης ισχύει μόνο μέσα στις κατοικημένες περιοχές.
Εκτός κατοικημένων περιοχών επιτρέπεται η κυκλοφορία μόνο σε  δρόμους και χαραγμένα μονοπάτια, ενώ εξαιρούνται τα ορεινά  εδάφη
Στις ορεινές περιοχές απαγορεύεται και η συγκοινωνία από χωριό σε χωριό.
Κινήσεις σε ακατοίκητες περιοχές και εκτός των επιτρεπόμενων δρόμων θα εμποδίζονται αμέσως και θα ανοίγεται πυρ και χωρίς προειδοποίηση.
Όλα τα διαταχθέντα μέτρα θα πρέπει να εφαρμοστούν με απόλυτη σκληρότητα και αυστηρότητα.»
Αποφάσισε επίσης
Να τοποθετηθούν  για λόγους ασφαλείας «μπροστά από της ατμομηχανές, βαγόνια, το καθένα με 15-20 ομήρους». Ο Ελληνικός λαός ονόμασε τα βαγόνια αυτά «κλούβες» και σκοπό είχαν αποτρέψουν την προσβολή των τραίνων από τον ΕΛΑΣ, αφού σε περίπτωση υπονόμευσης των γραμμών του τραίνου  θα σκοτώνονταν πρώτοι οι Έλληνες που βρίσκονταν στις κλούβες, τις οποίες οι Γερμανοί είχαν υπονομεύσει με εκρηκτικά, ενώ σε περίπτωση προσβολής του τραίνου από αντάρτες θα εκτελούσουν επί τόπου τους ομήρους ως αντίποινα[16]. Στην κλούβα σκοτώθηκε ο Βαγγέλης Κορίλης, του Ντιέγκο από τα Δενδρά, όταν οι Γερμανοί για αντίποινα  ανατίναξαν την κλούβα στο σταθμό της Κορίνθου. Στην κλούβα είχαν επίσης φορτωθεί και οι Κωνσταντίνος Σιατερλής, Χρήστος Ξύδης και Παναγιώτης Παναγής από την Πουλακίδα, που ευτυχώς επέζησαν.
Τέλος, η Γερμανική διοίκηση αποφάσισε τη διεξαγωγή εκτεταμένων στρατιωτικών επιχειρήσεων σ΄όλη την Πελοπόννησο. Μία από αυτές με την κωδική ονομασία «Κοράκι» αφορούσε την Αργολίδα. Στη επιχείρηση έλαβαν μέρος 4 μάχιμες ομάδες  υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Βάλτερ  Μπαρτ  και σκοπό  είχε «την εξόντωση των ομάδων του ΕΛΑΣ στην περιοχή Κορίνθου-Αργους, στο νοτιοανατολικό άκρο της Αργολίδας, στην περιοχή Επιδαύρου-Ισθμίων και στα νησιά γύρω από τις Σπέτσες». Πριν ξεκινήσει η επιχείρηση ο Μπαρτ μετά από εντολή του Λε Σουίρ εξέδωσε υπόμνημα με τον τίτλο «συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της επιχείρησης», που περιείχε εντολές που παραβίαζαν κατάφωρα τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Από τις εντολές προς τους στρατιώτες σημειώνουμε μόνο ότι «Γερμανοί στρατιώτες με πολιτικά θα πρέπει να εξουδετερώνουν αθόρυβα κάθε άνδρα που συναντούν στα βουνά, η εκτέλεση αποδεδειγμένα κομμουνιστών μπορεί να γίνει σε οποιονδήποτε αριθμό, όμηροι μπορεί να συλλαμβάνονται όταν θεωρείται αναγκαίο, στην περίπτωση που ο πληθυσμός προσπαθεί να διαφύγει τη στιγμή της προσέγγισης της μονάδας, τότε θα πυροβολούνται οι άνδρες κλπ»[17]. Κυριολεκτικά σάρωσαν την περιοχή μας, κάθε βράχος και κάθε λόχμη ερευνήθηκαν, μάλιστα οι Έλληνες συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες καλούσαν τους κρυμμένους να βγούν, «Σε βλέπω», τους φώναζαν, «έβγα και θα σωθείς», έτσι λέγεται πως σκότωσαν το Θανάση του Καραντούση. Όσους βρήκαν έξω από το χωριό τους σκότωσαν, ακόμη και την οκτάχρονη Μαρίνα του Σκούρκο και τον δεκαπεντάχρονο Μήτσιο του ΣπυροΒήλη σκότωσαν. Επίσης έκαψαν τα σπίτια του Ξύδη και του Ράφτη.
Προσκλητήριο των νεκρών
Κατά τον χρόνο των επιχειρήσεων βρισκόταν στην Αργολίδα το 3ο τάγμα του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ.  Η διοίκηση του τάγματος απέφυγε με ελιγμούς και υποχωρήσεις τη σύγκρουση με τους Γερμανούς και μόνο στο Κολιάκι μια ομάδα του αντάλλαξε πυροβολισμούς με την   εμπροσθοφυλακή των Γερμανών για να καθυστερήσει την προέλασή τους. Τη νύχτα 31ης  Μαḯου ολόκληρο το τάγμα και οι περιφερειακές οργανώσεις του ΕΑΜ διαπεραιώθηκαν στη Σαμπατική,  στην παραλία του Άστρους με πλοιάρια του ΕΛΑΝ και άλλα μέσα που διέθεσαν οι νησιώτες. 
Η επιχείρηση «Κοράκι» ολοκληρώθηκε στις 9 Ιουνίου 1944 με την κατάληψη των Σπετσών. Στις Σπέτσες μετά από προδοσία ντόπιων συνελήφθη ο Γεώργιος Δημητρίου Λέκκας , ο γνωστός μας με το αγωνιστικό  ψευδώνυμο «καπετάν Λευτεριάς», που ήταν επικεφαλής στρατιωτικής ομάδας του ΕΛΑΣ και από τους δημιουργούς του ΕΛΑΝ ΑργοΣαρωνικού. Τον κρέμασαν στις 12 Ιουνίου μαζί με άλλους αντάρτες στο Λιμάνι των Σπετσών από τις σιδεροκαλώνες, αφού προηγήθηκε άγριος βασανισμός[18]. Το τέλος το Λευτεριά περιγράφει ο Άγγλος Τζων Φάουλς στο μυθιστόρημά του «Ο Μάγος»ž  χρειάζονται πολύ γερά νεύρα για να αντέξει κανείς την περιγραφή των βασανιστηρίων[19].
Σύμφωνα με επίσημες Γερμανικές εκθέσεις  οι Γερμανοί σκότωσαν στην επιχείρηση «Κοράκι» 235 Έλληνες. Το γεγονός αυτό συνδυαζόμενο με το γεγονός πως οι Γερμανοί δεν συγκρούστηκαν με τους αντάρτες και ότι εκτέλεσαν ενόπλους μόνο την ολιγάριθμη ομάδα του Λευτεριά δείχνει την εξαιρετική σκληρότητα με την οποία διεξήχθη η επιχείρηση, αφού όλοι οι υπόλοιποι εκτελεσμένοι ήσαν άοπλοι[20].
Έφτασε όμως το τέλος τους. Η ανθρωπότητα δεν επέτρεψε στο γένος των Αρίων να μεταβάλλουν τους ανθρώπους σε υποζύγια.
Οι Γερμανοί  εγκατέλειψαν το Αργος στις 14 Σεπτεμβρίου και την ίδια ημέρα και το Ναύπλιον, αφού κατέστρεψαν το λιμάνι. Από την πρωτεύουσα έφυγαν στις 12 Οκτωβρίου 1944.
Η ποθητή ημέρα της λευτεριά είχε φτάσει.
Αγαπητοί φίλοι, τελειώνοντας, αισθάνομαι την ανάγκη και υποχρέωση να απευθύνω έπαινο και να εκφράσω τις ευχαριστίες μου σε κείνους που είχαν την πρωτοβουλία και έφεραν το βάρος της οργάνωσης αυτής της τελετής μνήμης. Δείχνει πως οι μεταγενέστερες της αντίστασης γενιές και ευαισθησία έχουν και να τιμούν τους προγόνους τους γνωρίζουν.
Σας ευχαριστώ,
Χρίστος Ιωάν. Κώνστας





[1] Επιστολή Ν.Σαββέα προς την εφημερίδα  ΤΑ ΝΕΑ, 20-05-1985,
[2] Χ.Φ.Μάγερ: Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα, σελ.38, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2010,
[3]  M.Mazower: Στην Ελλάδα του Χίτλερ, σελ. 67 και αναλυτικά για τον λιμό στην Ελλάδα από τη σελ. 49 επ. Εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ,
[4]  Ν.Γ.Σαββάκη: Θύματα Ιταλικής-Γερμανικής κατοχής περιόδου 1941-1945 περιφερείας Δήμου Ναυπλίου, Ναυπλιακά Ανάλεκτα V (2004), σελ. 331,
[5] Θ.Δ.Πανταζόπουλου: Η ταμειακή στενότης στο Ναύπλιον κατά την κατοχή και η έκδοσις τοπικού νομίσματος, Ναύπλιον 1945 και Αθήνα 1963,
[6] Λευτέρη  Αποστόλου: «Το ξεκίνημα του ΕΑΜ», έκδοση «Ενωμένη Εθνική Αντίσταση 1941- 1944», Αθήνα 1982, σελ. 62.
[7] Π.Μούτουλα: Πελοπόννησος 1940-45, σελ. 210, Εκδόσεις βιβλιόραμα, Αθήνα 2004,
[8] Έγγραφη μαρτυρία του Π.Λιλή, που βρίσκεται στο αρχείο μου,
[9] Έγγραφη μαρτυρία του Π.Λιλή, που βρίσκεται στο αρχείο μου,
[10] Προσωπική μαρτυρία, Έγγραφη μαρτυρία του Π.Λιλή, που βρίσκεται στο αρχείο μου, Γ.Λιλή Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΓΟΛΙΔΑ σελ. 23, ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ Αργος 1980,
[11] M.Mazower: Στην Ελλάδα του Χίτλερ, σελ.103,Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1994,
[12] Οι κοπέλλες, που είχαν συλλάβει οι Γερμανοί και τις άφησαν ελεύθερες, ήσαν οι επόμενες: Μαρίνα Δημ. Λιλή, Μαρίνα Ευθ. Παπαγεωργόπουλου, Σπυρούλα Ιωάν. Δήμα, Αικατερίνη Ιωάν. Ράφτη, Αικατερίνη Αναστασίου Λιλή,
[13] Προφορική μαρτυρία της όμηρης Κατίνας Γεώργα-Κονδύλη στον γράφοντα,
[14] Δεντριώτες: 1) Γεώργιος Ιωάννου Κιμπούρης ή Τζιώνας2) Ιωάννης Δημητρίου Δουβίκας (Γιαννέλης)
3) Δημήτριος Ιωάννου Ουλής ή Ντάνος, Μανεσιώτες: 1) Σωτήριος Δημητρίου Καραμάνος (Μητσιοπαναή) 2) Αναστάσιος Καραμάνος (Κουτούπης) 3) Σωτήριος Ιωάννου Καραμάνος (του φωτογράφου), 4) Παναγιώτα Χρήστου Καραμάνου (Τσιαντή), Μπαρδαίοι: Ιωάννης Ευαγγέλου Κακούρος (Παπαντρέας)ž όλοι επέστρεψαν εκτός από τον Δημήτριο Ουλή,
[15] Χ.Φ.Μάγερ: Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα,σελ. 554-555, Βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2010,
[16] Ασυγχώρητη παράλειψη δική μου που δεν ανέφερα τον ομοχώριό μας Θωμά Δημητρίου Λιλή, τον οποίο οι Γερμανοί είχαν βάλει στην «κλούβα» και που ευτυχώς επέζησε.
[17] Χ.Φ.Μαγερ: όπ.αν. σελ. 555-564,
[18] Για τη διαπεραίωση των ανταρτών του ΕΛΛΑΣ στο Άστρος και τη σύλληψη και τον απαγχονισμό του Λευτεριά βλ. Συνέντευξη του Παναγιώτη Καραμπίνα (καπετάν Τζαβέλλα) μέλους της ομάδας του ΕΛΑΝ Αργοσαρωνικού από το Φοινίκι της Θεσπρωτίας στον Τάκη Μαύρο, εφημερίδα ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ αρ. φύλλου 170/18-04-1984 και  έγγραφη μαρτυρία του Π.Λιλή στο αρχείο μου.
[19] John Fowls: The Magus, σελ. 503 επ., ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 1997,
[20] Χ.Φ.Μάγερ: όπ. αν. σελ.563,